Καλωσήλθατε στον Fadomduck2

To παρόν ιστολόγιο αποτελεί φυσική συνέχεια του Fadomduck στο οποίο θα βρείτε συλλογές κειμένων, παραπομπές σε ηλεκτρονικές διευθήνσεις με πολιτικά βιβλία και μουσική, καθώς και μια αρκετά μεγάλη συλλογή με αφίσσες από την Σοβιετική Ενωση (μέχρι και το 1956). Αρχείο με τα άρθρα του Fadomduck #1 θα βρείτε εδώ. O Fadomduck2 όπως και ο προκάτοχος του δηλώνει πως αν και ντρέπεται να κρύψει τις συμπάθειες του, δεν εκπροσωπεί καμμία συλλoγικότητα, παρά μόνο τον εαυτό του. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του στο alepotrypa200@gmail.com

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Η "δεύτερη γενιά"

Ένα «προφητικό» (γραμμένο μόλις το 1985!) σε κάποια σημεία του, κείμενο του Γ.Καραμπελιά, αν φυσικά δεχτούμε (και εμείς θα το κάνουμε, ως υπόθεση εργασίας τουλάχιστον) πως πραγματικά ύπηρξαν ένοπλες ομάδες οι οποίες δεν ήταν εξ’αρχής(το μετά είναι μια άλλη ιστορία) δημιουργήματα ποικιλώνυμων «υπηρεσιών».

Ακολουθούν κάποια αποσπάσματα, αφενός λόγω μεγέθους του κειμένου, αφετέρου γιατί τα περί «αυτονομίας» που προτείνει ως «λύση» ο συγγραφέας του, μπορεί και να παρουσίαζαν κάποιο ενδιαφέρον για ένα ανήσυχο πνεύμα το 1985, σήμερα είναι σίγουρα στα αζήτητα της ιστορίας...

Ολόκληρο το κείμενο θα το βρείτε εδώ.

Y.Γ.
-Ο λόγος της ανάρτησης;
Είναι η προσωπική εκτίμηση του γράφοντος πως κάποια κέντρα κάνουν τα αδύνατα-δυνατά προκειμένου να αναδυθεί και ένας πόλος "αριστερής" (με όλα τα εισαγωγικά) "τρομοκρατίας".
Και όσο αφορά τους απλούς "πεζικάριους" της, αυτοί ούτε μπορεί, ούτε βολεύει να έχουν κάποια άμεση σχέση με τις "υπηρεσίες". Αν δράσουν "αυθόρμητα"(υποκειμενικά μιλώντας) η δουλειά γίνεται πολύ καλύτερα, και χωρίς να αφήνει ίχνη, πράγμα που μόνο αμελητέο δεν είναι.

Ναι, σε "χρήσιμους ηλίθιους", που αναζητούνται, αναφέρομαι...
__________________

Με­λε­τώ­ντας τη συ­μπε­ρι­φο­ρά και την πρα­κτι­κή των α­νταρ­τών πό­λης σ’ ό­λη τη Δύ­ση μέ­νει κα­νείς έκ­πλη­κτος α­πό τις αλ­λα­γές που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν στο “προ­σω­πι­κό” των α­νταρ­τών. Στην πρώ­τη πε­ρί­ο­δο εί­ναι οι Κούρ­τσιο, οι Μά­ιν­χοφ, δια­νο­ού­με­νοι ή ερ­γά­τες α­γω­νι­στές που έ­φτα­σαν στην τρο­μο­κρα­τί­α μέ­σα α­πό την πο­λι­τι­κή έ­ντα­ξη στις πο­λι­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις της δε­κα­ε­τί­ας του ‘60 ή των αρ­χών του ‘70, α­γω­νι­στές που α­να­φέ­ρο­νταν στον λε­νι­νι­σμό, την ερ­γα­τι­κή τά­ξη, το λα­ό, και που ό­ταν πιά­νο­νταν α­πό την α­στυ­νο­μί­α έ­με­ναν α­νυ­πο­χώ­ρη­τοι στην υ­πε­ρά­σπι­ση της πρα­κτι­κής τους. Η πρα­κτι­κή και η ζω­ή τους ή­ταν ε­κεί­νη του τυ­πι­κού λε­νι­νι­στή ε­πα­να­στά­τη, πει­θαρ­χη­μέ­νη, χω­ρίς πολ­λές πα­ρεκ­κλί­σεις. Έ­κα­ναν κι αυ­τοί λη­στεί­ες για τη χρη­μα­το­δό­τη­ση της ορ­γά­νω­σης αλ­λά σε πε­ριο­ρι­σμέ­νη κλί­μα­κα και τις αυ­στη­ρά α­πα­ραί­τη­τες. Οι στό­χοι των ε­νερ­γειών τους ή­ταν αυ­στη­ρά ε­πι­λεγ­μέ­νοι με βά­ση πο­λι­τι­κά κρι­τή­ρια. Συ­χνά, στην Ι­τα­λί­α, στα νιά­τα τους ή­ταν α­γω­νι­στές κα­θο­λι­κών ορ­γα­νώ­σε­ων, ό­πως ο Κούρ­τσιο, προ­τού πε­ρά­σουν στον μαρ­ξι­σμό-λε­νι­νι­σμό. Η δρά­ση τους εί­χε πά­ντα έ­να έντο­νο η­θι­κό στοι­χεί­ο και αυ­τό δια­φαί­νε­ται και α­πό τα κεί­με­νά τους, πράγ­μα που θα συ­να­ντή­σου­με και στην Ελ­λά­δα σε ό­λη την δρά­ση και τις α­να­φο­ρές της ΛΕ­Α τα πρώ­τα χρό­νια, ό­πως και της “17 Νο­έμ­βρη”. Η φρα­σε­ο­λο­γί­α και οι λο­γι­κές δεν ή­ταν τυ­χαί­ες, προ­έρ­χο­νταν α­πό πα­λιούς α­ρι­στε­ρι­στές που α­πευ­θύ­νο­νταν σε άλ­λους α­ρι­στε­ρι­στές και γε­νι­κό­τε­ρα α­ρι­στε­ρούς, ή­ταν και εί­ναι φο­ρείς των α­ρι­στε­ρών α­ξιών. Ας θυ­μη­θού­με ό­λες τις προ­κη­ρύ­ξεις της “17 Νο­έμ­βρη”, ό­πως και την κρι­τι­κή που έ­κα­νε στον “έ­νο­πλο αυ­θορ­μη­τι­σμό”.

Με­τά ό­μως την α­νά­πτυ­ξη του κι­νή­μα­τος του 1977 στην Ι­τα­λί­α, την ει­σβο­λή στο κί­νη­μα των νέ­ων “κοι­νω­νι­κών προ­λε­τά­ριων”, των νε­α­ρών α­πό τις γει­το­νιές που μό­λις έ­χουν α­φή­σει το σχο­λειό, ο χα­ρα­κτή­ρας του “τρο­μο­κρά­τη” αλ­λά­ζει.

Τώ­ρα δεν εί­ναι ο πα­λιός πο­λι­τι­κός α­γω­νι­στής, δεν εί­ναι αυ­τός που περ­νά­ει στο “α­ντάρ­τι­κο πό­λης” μέ­σα α­πό μια ξε­κά­θα­ρη πο­λι­τι­κή ε­πι­λο­γή, με τον ί­διο τρό­πο που θα μπο­ρού­σε να εί­χε πε­ρά­σει σε μια ο­ποια­δή­πο­τε α­ρι­στε­ρί­στι­κη ορ­γά­νω­ση. Δεν εί­ναι ο α­ρι­στε­ρός α­γω­νι­στής με α­νε­πτυγ­μέ­νη την αί­σθη­ση της θυ­σί­ας! Πρό­κει­ται για έ­να νέ­ο υ­πο­κεί­με­νο, τον νέ­ο που α­πό μι­κρός τα βά­ζει κα­θη­με­ρι­νά με τον μπά­τσο, τον νέ­ο που η “α­παλ­λο­τρί­ω­ση” εί­ναι τρό­πος ζω­ής, που δεν κά­νει πια κλο­πές και λη­στεί­ες για τις α­νά­γκες της ορ­γά­νω­σης μό­νο, αλ­λά για τις ί­διες τις προ­σω­πι­κές του α­νά­γκες. Οι στό­χοι του δεν εί­ναι πια πο­λι­τι­κοί στό­χοι, εί­ναι ό­λο και πε­ρισ­σό­τε­ρο δι­κα­στές και α­στυ­νο­μι­κοί, εί­ναι οι δι­κοί του ε­χθροί! Οι ε­νέρ­γειές τους δεν εί­ναι το ί­διο τέ­λειες πο­λι­τι­κά και τε­χνι­κά, ό­πως της πρώ­της γε­νιάς, αλ­λά συ­χνά το δυ­να­μι­κό της βί­ας εί­ναι πολ­λα­πλά­σιο. Απ’ αυ­τή τη φουρ­νιά θα βγουν πά­ρα πολ­λοί α­πό τους “με­τα­νιω­μέ­νους” στην Ι­τα­λί­α που θα “μι­λή­σουν”· πρό­κει­ται για έ­να νέ­ο υ­πο­κεί­με­νο, πιο κο­ντά στο λού­μπεν και την συ­μπε­ρι­φο­ρά του. Ό­ταν πιά­νε­ται συ­χνά μι­λά­ει, ό­ταν δει ό­τι δεν υ­πάρ­χει δυ­να­τό­τη­τα δια­φυ­γής. Μοιά­ζει πο­λύ σαν συ­μπε­ρι­φο­ρά με ε­κεί­νη πολ­λών νέ­ων στις δί­κες, σε α­ντί­θε­ση με τους α­ρι­στε­ρι­στές. Αυ­τοί οι νέ­οι στις πε­ρισ­σό­τε­ρες δί­κες εί­ναι “πε­ρα­στι­κοί”, δεν ξέ­ρουν τί­πο­τε και άλ­λα τέ­τοια. Α­ντί­θε­τα, οι α­ρι­στε­ρι­στές υ­πε­ρα­σπί­ζουν την “πο­λι­τι­κή τους ά­πο­ψη”. Αυ­τό δεν εί­ναι έν­δει­ξη ό­τι οι “α­ρι­στε­ρι­στές” εί­ναι παληκά­ρια και οι άλ­λοι φο­βι­τσιά­ρη­δες. Συ­χνά εί­ναι το α­κρι­βώς α­ντί­θε­το. Πρό­κει­ται για δια­φο­ρε­τι­κή ά­πο­ψη και κοι­νω­νι­κή κουλ­τού­ρα. Ο α­ρι­στε­ρι­στής βλέ­πει την πο­λι­τι­κή δί­κη σαν μια ευ­και­ρί­α να κα­ταγ­γεί­λει τους “α­στούς” και να δια­κη­ρύ­ξει την ορ­θό­τη­τα των α­πό­ψε­ών του. Ο δε­κα­ο­χτά­χρο­νος νε­α­ρός ό­λα αυ­τά τα θε­ω­ρεί “μα­ζο­χι­σμό”. Μπρο­στά στην α­στυ­νο­μί­α ή το δι­κα­στή­ριο, θα κοι­τά­ξει να “την κά­νει”, να ξε­φύ­γει, για να χτυ­πή­σει “ό­που και ό­ταν τον παίρ­νει”. Δεν έ­χει τη λο­γι­κή της προ­πα­γάν­δι­σης α­πό­ψε­ων μέ­σα α­πό τη δί­κη, της συ­γκρό­τη­σης ε­νός κι­νή­μα­τος με συ­νέ­χεια και ευ­ρύ­τε­ρη α­πή­χη­ση, αλ­λά στη­ρί­ζε­ται στον αυ­θορ­μη­τι­σμό του.

Γι’ αυ­τό και η συ­μπε­ρι­φο­ρά τους εί­ναι δια­φο­ρε­τι­κή μέ­χρι τέ­λους. Ο Κούρ­τσιο και οι δι­κοί του, ό­ταν δουν ό­τι ό­λα εί­ναι χα­μέ­να, ε­γκα­τα­λεί­πουν το έ­νο­πλο και υ­πο­βάλ­λο­νται σε αυ­το­κρι­τι­κή. Οι νε­ώ­τε­ροι, το “νέ­ο υ­πο­κεί­με­νο” του έ­νο­πλου, δεν έ­χουν καν την έν­νοια της πο­λι­τι­κής αυ­το­κρι­τι­κής. Δεν υ­πάρ­χει η έν­νοια, “κά­να­με λά­θη και α­πο­κο­πή­κα­με α­πό τις μά­ζες” π.χ., αλ­λά η έν­νοια “την πα­τή­σα­με και μας πιά­σα­νε”. Έ­τσι βλέ­πει κα­νείς τη δια­φο­ρά που έ­χει η νέ­α τρο­μο­κρα­τί­α σε σχέ­ση με την πα­λιά. Η πα­λιό­τε­ρη ή­ταν έ­να πο­λι­τι­κό-κύ­ρια-φαι­νό­με­νο. Η νε­ώ­τε­ρη εί­ναι πρώ­τα και κύ­ρια κοι­νω­νι­κό φαι­νό­με­νο, γι’ αυ­τό και, σε συν­θή­κες κρί­σης και πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­σης της νε­ο­λαί­ας, δεν πρό­κει­ται να ε­ξα­λει­φθεί ο­λο­κλη­ρω­τι­κά α­πό κα­μί­α α­πό τις μη­τρο­πό­λεις της Δύ­σης, θα υ­πάρ­χει σαν εν­δη­μι­κό φαι­νό­με­νο και θα α­να­νε­ώ­νε­ται α­διά­κο­πα. Σε πε­ριό­δους έ­ντο­νης πο­λι­τι­κο­ποί­η­σης της κοι­νω­νί­ας, θα τεί­νει να παίρ­νει πο­λι­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα και πε­ριε­χό­με­νο, ε­νώ σε πιο α­πο­λι­τι­κές ε­πο­χές θα στρέ­φε­ται στην α­το­μι­κή α­παλ­λο­τρί­ωση.

Εί­ναι προ­φα­νές ό­τι πρό­κει­ται για έ­να εν­δη­μι­κό φαι­νό­με­νο βί­ας α­πό το ό­τι πια δεν υ­πό­κει­ται σε κά­ποιες κα­τη­γο­ρί­ες πο­λι­τι­κής κρι­τι­κής. Η πα­ρα­δο­σια­κή πο­λι­τι­κή κρι­τι­κή δεν πιά­νει σ’ αυ­τό το υ­πο­κεί­με­νο! Δεν κα­τα­νο­εί έν­νοιες ό­πως “ξέ­κομ­μα α­πό τις μά­ζες”, “ε­νέρ­γεια χω­ρίς προ­ο­πτι­κή” και άλ­λα τέ­τοια. Αυ­τό το υ­πο­κεί­με­νο κα­τα­νο­εί μό­νο έν­νοιες του τύ­που έκ­φρα­ση και πε­ριε­χό­με­νο ζω­ής. [ ]

Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, η κρι­τι­κή μας του “έ­νο­πλου” δεν πρέ­πει να μεί­νει μό­νο στις πα­λιές κα­τη­γο­ρί­ες, στο πα­λιό πο­λι­τι­κό υ­πο­κεί­με­νο, που μπο­ρεί να πει­στεί α­πό α­να­φο­ρές σε πο­λι­τι­κή α­πο­δο­τι­κό­τη­τα κλπ. Σή­με­ρα, σε τε­λι­κή α­νά­λυ­ση, η κρι­τι­κή πρέ­πει να πά­ει πιο πέ­ρα και ί­σως να βα­θύ­νει α­κό­μα πε­ρισ­σό­τε­ρο, δη­λα­δή να κρι­τι­κά­ρει μια ο­λό­κλη­ρη λο­γι­κή “της βί­ας” σαν πε­ριε­χό­με­νο ζω­ής και κι­νή­μα­τος. Τε­λι­κά να αγ­γί­ξει το­μείς που μέ­χρι σή­με­ρα η “α­ρι­στε­ρή κρι­τι­κή” δεν έ­χει καν προ­σεγ­γί­σει. [ ]

Η θε­ο­ποί­η­ση της βί­ας και το ε­ναλ­λα­κτι­κό κί­νη­μα

[ ] Η λο­γι­κή του έ­νο­πλου στη­ρί­ζε­ται σε με­γά­λο βαθ­μό στα ε­ξής: δε­δο­μέ­νου ό­τι η α­στι­κή κοι­νω­νί­α δεν μπο­ρεί να α­να­τρα­πεί πα­ρά μό­νο με τη βί­α, την έ­νο­πλη βί­α, οι ε­πα­να­στά­τες πρέ­πει να δεί­χνουν στις μά­ζες το δρό­μο του έ­νο­πλου α­πό τα σή­με­ρα, έ­τσι ώ­στε να ε­πι­τα­χύ­νουν την ώ­ρα της “κρί­σης”. Και αυ­τή η α­ντί­λη­ψη έρ­χε­ται να συ­να­ντή­σει τη γραμ­μή του έ­νο­πλου αυ­θορ­μη­τι­σμού των νέ­ων. Μια ο­ρι­σμέ­νη νε­ο­λαί­α σ’ ό­λο το Δυ­τι­κό κό­σμο, αλ­λά και στην Ελ­λά­δα, ζει –ό­πως δεί­ξα­με– σε συν­θή­κες πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­σης και α­πόρ­ρι­ψης, ζει πε­ταγ­μέ­νη α­πό την ε­πί­ση­μη κοι­νω­νί­α. Η σχέ­ση της με το κρά­τος εί­ναι κύ­ρια σχέ­ση με τους κα­τα­σταλ­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς και τους μη­χα­νι­σμούς κοι­νω­νι­κής πρό­νοιας. Τα­λα­ντεύ­ε­ται α­διά­κο­πα α­νά­με­σα σε μια δι­πλή λο­γι­κή, ή συ­χνά εκ­φρά­ζει και αυ­τές τις δύ­ο λο­γι­κές ταυ­τό­χρο­να. Έ­χει με την κοι­νω­νί­α μια σχέ­ση κα­θα­ρά κα­τα­να­λω­τι­κή –α­να­ζή­τη­σης ει­δών κα­τα­νά­λω­σης– και ταυ­τό­χρο­να βί­αι­ης α­ντι­πα­ρά­θε­σης με τους κα­τα­σταλ­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς.

Φτιά­χνε­ται έ­να υ­πο­κεί­με­νο “κο­λο­βό”, έ­να υ­πο­κεί­με­νο ε­λά­χι­στα ή κα­θό­λου δη­μιουρ­γι­κό, έ­να υ­πο­κεί­με­νο που στις συν­θή­κες της ση­με­ρι­νής κρί­σης δε μπο­ρεί να εκ­φρά­σει τη δη­μιουρ­γι­κό­τη­τά του στο ε­πί­πε­δο μιας κά­ποιας πα­ρα­γω­γής, έ­να υ­πο­κεί­με­νο που σε δο­σμέ­νες συν­θή­κες μπο­ρεί να εί­ναι α­να­τρε­πτι­κό, αλ­λά ό­χι ε­πα­να­στα­τι­κό, μια και δεν μπο­ρεί να προ­τεί­νει μο­ντέ­λο κοι­νω­νί­ας.

Αυ­τό το υ­πο­κεί­με­νο ζει σε συν­θή­κες εν­δη­μι­κής βί­ας και με τον έ­να ή άλ­λο τρό­πο τρο­φο­δο­τεί τις έ­νο­πλες γκρού­πες, α­πο­τε­λεί την υ­παρ­κτή “κοι­νω­νι­κή βά­ση” ε­νός ο­ρι­σμέ­νου τύ­που “α­ντάρ­τι­κου πό­λης”.

[...]

Συ­μπε­ρα­σμα­τι­κά

Αν λοι­πόν η “πρώ­τη γε­νιά” των α­νταρ­τών πό­λης εί­χε έ­να έ­ντο­νο ι­δε­ο­λο­γι­κό και πο­λι­τι­κό στοι­χεί­ο στην πά­λη της, συν­δέ­ο­ντάς την με την α­νά­γκη συ­νο­λι­κών με­τα­σχη­μα­τι­σμών, η δεύ­τε­ρη δια­γρά­φει έ­να άλ­λο υ­πο­κεί­με­νο και μια άλ­λη πρα­κτι­κή. Έ­να υ­πο­κεί­με­νο και μια πρα­κτι­κή που δεν α­να­φέ­ρε­ται τό­σο πια σε έ­να πρό­γραμ­μα, έ­να στό­χο, αλ­λά έ­χει με­τα­βά­λει τη βί­α σε τρό­πο ζω­ής· πρό­κει­ται πια για έ­να φαι­νό­με­νο ύ­ψι­στης α­πελ­πι­σί­ας. Εί­δα­με στην Ι­τα­λί­α πα­λιά μέ­λη των έ­νο­πλων ορ­γα­νώ­σε­ων να ζού­νε σε κλει­στά κυ­κλώ­μα­τα που πραγ­μα­το­ποιούν λη­στεί­ες και άλ­λες ε­νέρ­γειες, χω­ρίς κα­νέ­να πο­λι­τι­κό πρό­γραμ­μα και προ­ο­πτι­κή. Πι­θα­νά πα­ρό­μοια κα­τεύ­θυν­ση δια­γρά­φε­ται και σε έ­να κομ­μά­τι του τρο­μο­κρα­τι­κού μι­κρό­κο­σμου της Ελ­λά­δας. Τώ­ρα το έ­νο­πλο δεν εί­ναι μέ­σο, εί­ναι ο ί­διος ο στό­χος, εί­ναι το μέ­σο έκ­φρα­σης κά­ποιων αν­θρώ­πων στα ό­ρια της α­πελ­πι­σί­ας. [ ]

ΡΗ­ΞΗ 
Μά­ης 1985

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Tα σχόλια στο μπλοκ πρέπει να συνοδεύονται από ένα ψευδώνυμο, ενσωματωμένο στην αρχή ή το τέλος του κειμένου, άν δεν υπάρχει εγγραφή στον blogger ή άλλη διαδυκτιακή υπηρεσία (βλέπε όροι σχολιασμού στο πάνω μέρος της σελίδας).
Ανώνυμα και υβριστικά σχόλια μπορούν να διαγράφονται χωρίς άλλη προειδοποίηση.